Μετά από πολύμηνες
προετοιμασίες, και διακηρύξεις κυβερνητικών παραγόντων και οργανισμών, και
χιλιάδων επιστημονικών μελετών την 13ην Δεκεμβρίου του 2009 άρχισε η περιβόητη COP15 Παγκόσμια Διάσκεψη
για την Κλιματική Αλλαγή στην Κοπεγχάγη, υπό την αιγίδα της (UNFCCC) του ΟΗΕ
και διήρκεσε μέχρι και την 18ην
Δεκεμβρίου, 2009.Σκοπός του συνεδρίου αυτού, σύμφωνα με τους οργανωτές
του, ήταν η επίτευξη μιας παγκόσμιας δεσμευτικής συμφωνίας για τον περιορισμό και μείωση των αερίων του θερμοκηπίου, για την περίοδο (2012 – 2020). Η
συμφωνία αυτή αναμένετο να ενισχύσει ή να αντικαταστήσει την μέχρι του 2012
ισχύουσα συνθήκη του Κιότο, που υπεγράφη το 1997 από τις περισσότερες
πρωτοκοσμικές και δευτεροκοσμικές χώρες, εκτός των ΗΠΑ, της Κίνας , Ινδίας,
Βραζιλίας, Νότιου Αφρικής και άλλων που αρνήθηκαν να την υπογράψουν. Από το
1990, που η συνθήκη του Κιότο όρισε ως χρονολογία βάσης μετρήσεως των ατμοσφαιρικών ρύπων, μέχρι σήμερα, η ποσότητα του διοξειδίου του άνθρακα και των άλλων αερίων του θερμοκηπίου, όπως το μεθάνιο, νιτρώδες οξείδιο, εξαφθοροπυριτικό θείο, περφλοράνθακες και
υδροφθοράνθρακες, στην ατμόσφαιρα έχει αυξηθεί κατά το 1/3. Η αύξηση αυτή ήταν, ως επί το πλείστον, το αποτέλεσμα εκπομπών ατμοσφαιρικών ρύπων, από τις μη συμβαλλόμενες χώρες όπως οι ΗΠΑ π.χ. που εκπέμπουν το 25% των παγκοσμίων ρύπων, ενώ οι εκπομπές της Κίνας, μέσα στην επομένη δεκαετία αναμένονται να φθάσουν το
20%, όπως και η Ινδία που τις πλησιάζει.Το συνέδριο άρχισε με την κοινή ομολογία και αποδοχή, πως για την σταθεροποίηση των κλιματικών αλλαγών, πρέπει να ληφθούν επείγοντα, αποτελεσματικά, δικαία και νομικώς επιβαλλόμενα μετρά, σε παγκόσμιο επίπεδο, αλλιώς το βιοσφαιρικό σύστημα δεν θα μπορεί να υποστηρίζει και να ανταποκρίνεται στις μελλοντικές ανάγκες της ανθρωπότητας, όπως υποστηρίζει η
πλειονότητα των ειδικών. Οι ανεπτυγμένες χώρες πρέπει να αντιληφθούν και να αποδεχθούν, πως το πρόβλημα που αυτές δημιούργησαν, πρέπει οι ίδιες να το διορθώσουν , καθώς και οι αναπτυσσόμενες χώρες του κόσμου, που συνέβαλλαν κατελάχιστον
στο φαινόμενο του θερμοκηπίου, και όπως φαίνεται επηρεάζονται δυσμενώς θα πρέπει να αποζημιωθούν και να βοηθηθούν. Στο συνέδριο έλαβαν μέρος: αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων 183 χωρών με τα επιτελεία τους, καθώς και μια πλειάδα από εξειδικευμένους επιστήμονες. Οι κεκλεισμένων των θυρών συζητήσεις στην Κοπεγχάγη καταρχήν επικεντρώθηκαν σε τρία βασικά σημεία:
1). Στην αναγκαιότητα επείγουσας, άμεσης και υποχρεωτικής λήψης δραστικών μέτρων ουσιαστικής μείωσης εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, τουλάχιστον κατά (20% - 40%) από τα επίπεδα του 1990 και από το (2020 -
2050), μείωση κατά 50% από τα επίπεδα του 2020. Αλλιώς η αναμενόμενη οικολογική καταστροφή θα είναι μη αναστρέψιμη. Σ`αυτό υπήρξε συμφωνία από την πρώτη μάλιστα ημέρα του συνεδρίου.
2). Πως θα επιτευχθεί αυτή η μείωση των ρύπων.
3). Ποιος θα επωμισθεί το κόστος, που οι τέτοιου είδους μειώσεις ρύπων συνεπάγονται και πως θα γίνει η χρηματοδότηση τους σε παγκόσμια βάση.
Το δεύτερο και τρίτο μέρος των διαπραγματεύσεων απεδείχθη το πιο δύσκολο και πολύπλοκο, που τελικά οδήγησε στην αποτυχία του συνεδρίου.Οι συμμετέχοντες άρχισαν να αγνοούν την ουσία και το σκοπό του συνεδρίου,
που ήταν η από κοινού λήψη μέτρων μείωσης των ατμοσφαιρικών ρύπων και άρχισαν με υπεκφυγές, κατηγορίες και πιέσεις να τονίζουν τις υποχρεώσεις και υπευθυνότητες των άλλων, αγνοώντας τις δικές τους.
Οι χώρες των G8 και με λίγες εξαιρέσεις των G20, είχαν από πολλού καταλήξει σε γενικές συμφωνίες, πως η μονή αποδεκτή σ`αυτές λύση μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου, θα έπρεπε οπωσδήποτε να εγγυάται το χαμηλότερο δυνατό κόστος για
την διαδικασία αυτή, με ελάχιστες επιπτώσεις επί του παρόντος οικονομικού συστήματος.
Για να επιτευχθεί αυτό, θεωρήθηκε αναγκαία η δημιουργία χρηματιστηριακών αγορών, πώλησης και αγοράς δικαιωμάτων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα και άλλων ρύπων,
με την υποχρεωτική συμμετοχή ιδιωτικών τραπεζικών και χρηματιστηριακών οργανώσεων σε διεθνώς οργανωμένες λειτουργικές αγορές ρύπων, υπό την εποπτεία της Παγκόσμιας Τράπεζας (World Bank). Οι θέσεις των ΗΠΑ, της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και μερικών άλλων χωρών και οργανισμών, δεν έγιναν αποδεκτές από την πλειοψηφία των χωρών και ιδιαιτέρως της μονολιθικής και σκληροπυρηνικής ομάδας των G77, που θεώρησε τον μηχανισμό πώλησης και αγοράς δικαιωμάτων εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου, ως μη αποτελεσματικό και άδικο, μάλιστα κατά τις G77 το μόνο που θα επιτύγχανε το σύστημα αυτό, θα ήταν η μεταφορά υπευθυνότητας και
του οικονομικού φόρτου, από τις ανεπτυγμένες χώρες στις αναπτυσσόμενες. Πολλοί οικονομολόγοι, επιστήμονες και αντιπρόσωποι οργανώσεων για την προστασία του περιβάλλοντος και οικονομικής ανάπτυξης αντέδρασαν επίσης, χαρακτηρίζοντας τον μηχανισμό αυτόν, υπό τη παρούσα μορφή, όχι μόνον ως ανεπαρκή αλλά και επιζήμιο, στην προσπάθεια σταθεροποιήσεως των κλιματικών αλλαγών. Η ιδέα αγοραπωλησίας δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων του θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα είναι πολύ απλή. Οι κυβερνητικές αρχές των συμβαλλομένων χωρών μέσω διεθνών και ιδιωτικών οργανισμών, θα απονέμουν στους ρυπαντές δικαιώματα εκπομπής αερίων του θερμοκηπίου. Εάν οι εκπομπές άνθρακα, π.χ., των εταιρειών αυτών υπερβούν τα δικαιώματα που τους έχουν ήδη διανεμηθεί, θα πρέπει να εξοικονομούν ή να αγοράζουν δικαιώματα από άλλες εταιρείες, που λόγω μείωσης των εκπομπών τους έχουν πλεόνασμα, η από την χρηματιστηριακή αγορά συναλλαγής αερίων του θερμοκηπίου όπως την (CCX) του Σικάγου. Το συνέδριο της Κοπεγχάγη δεν κατέληξε σε συμφωνία, λόγω ελλείψεως πολιτικής θέλησης και αποφασιστικότητας εκ μέρους των οικονομικώς ισχυρών του κόσμου, οι οποίοι με την στάση και την εμμονή τους απέδειξαν,
πως η πολιτικοί αδυνατούν να λάβουν τα απαιτούμενα δρακόντια μετρά, προς αντιμετώπιση των κλιματικών αλλαγών ή δεν θέλουν να αλλάξουν τον παράλογο τρόπο παραγωγής και κατανάλωσης που τους χαρακτηρίζει. Φάνηκαν πως δεν είναι διατεθειμένοι να αλλάξουν τον τρόπο της παράφορης σπάταλης, προκειμένου να μειώσουν ουσιαστικώς τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου. Αντ`αυτού εμμένουν και παντοιοτρόπως προωθούν το σύστημα αγοραπωλησίας δικαιωμάτων ρύπων, που αυτοί επινόησαν και το οποίο ούτε καν αγγίζει το πρόβλημα των περιβαλλοντικών αλλαγών, αλλά το διαιωνίζει, με την συστηματική συντήρηση και ενθάρρυνση του ευνοούμενού καταναλωτικού τέρατος, που κυριαρχεί στις πλουσιότερες χώρες. Είναι καιρός πλέον οι Ευρωπαίοι, Αμερικάνοι και οι άλλοι ομοφρονούντες Άρχοντες, να παύσουν να θεωρούν τους εαυτούς των ως δωρητές, ευεργέτες και ελεήμονες των αναπτυσσομένων και υποανάπτυκτων λαών. Θα πρέπει να επωμισθούν τις ευθύνες τους και να παραδεκτούνε διαπαντός, πως είναι οι Ρυπαντές της υφηλίου, και
σαν τέτοιοι πρέπει να πληρώσουν πραγματικές αποζημιώσεις για τις οικολογικές καταστροφές που αυτοί, μέσω των ενεργειών και τρόπου ζωής επιφέρουν και επηρεάζουν δυσμενώς τις ζωές δισεκατομμυρίων ανθρώπων. Αυτός είναι ένας από τους πιο αποτελεσματικούς τρόπους που μπορεί να σταθεροποιήσει και αντιστρέψει τις κλιματικές αλλαγές του πλανήτη. Πολλοί διάβασαν ή άκουσαν αντιπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να διαλαλούν, πως $150, 000,000,000 ευρώ θα διατεθούν στις αναπτυσσόμενες χώρες, για την αντιμετώπισή του φαινόμενου του θερμοκηπίου, ένα ποσό, που όχι μόνον ευρέως θεωρείται ανεπαρκέστατο, αλλά συνοδεύεται με τέτοιους περιοριστικούς όρους και προϋποθέσεις, που τελικά θα καταλήξει πάλι στα ταμεία των ανεπτυγμένων χωρών, αφού, μεταξύ άλλων, δεσμεύει τις χώρες που αποδέχονται την βοήθεια, να αγοράζουν τεχνολογικά προϊόντα ανανεώσιμης ενεργείας απ`αυτές και ταυτοχρόνως τις υποχρεώνει, να διαμορφώνουν τα αναπτυξιακά τους προγράμματα και έργα σύμφωνα με τις εντολές και τα συμφέροντα των ανεπτυγμένων.
Η ατμοσφαιρική μόλυνση μπορεί να περιορισθεί και οι επιπτώσεις των εκπομπών ρύπων να μετριαστούν, σε πολλές δε περιπτώσεις να αντιστραφούν, με πιο απλά, πρακτικά και κατά πολύ πιο αποτελεσματικά μέτρα. Τέτοια μετρά έχουν υποδειχθεί από πολλούς, αλλά δεν έχουν εισακουστεί, γιατί οι Τσάροι της παγκόσμιας οικονομίας προσπαθούν παντιοτρόπως να προστατεύουν τις προνομιούχες θέσεις τους και να υποστηρίζουν τα οικονομικά συμφέροντα τους, ακόμη και εάν οι ενέργειές τους απειλούν την ανθρωπότητα.
Ευχαριστούμε θερμά τον tsika για το πολύ ενδιαφέρον άρθρο που μας έστειλε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου